Άρθρο του Ιωάννη Γκιτσάκη, δικηγόρου και Διδάκτορα Διοικητικού Δικαίου, για το φαινόμενο του μαζικού βαλκανικού τουρισμού στην Ελλάδα.
του Ιωάννη Γκιτσάκη*
Ο βαλκανικός τουρισμός χαμηλής ποιότητας στην Ελλάδα είναι ένα υπαρκτό φαινόμενο, το οποίο έχει λάβει σήμερα ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις, απειλώντας με σοβαρή υποβάθμιση το τουριστικό προϊόν της χώρας μας. Πλέον το φαινόμενο δεν εντοπίζεται μόνο στις ακτές του νομού Πιερίας (παραδοσιακός προορισμός βαλκάνιων τουριστών) ή της Χαλκιδικής (νέος αγαπημένος προορισμός βαλκάνιων τουριστών), αλλά έχει επεκταθεί σε πολλές τουριστικές περιοχές της χώρας (Θάσος, Σαμοθράκη, Επτάνησα, Σποράδες, Πάργα κλπ.) και ιδίως σε αυτές που είναι προσβάσιμες οδικώς ή και ακτοπλοϊκώς με σύντομες διαδρομές.
Το φαινόμενο αυτό αποτελεί «παράπλευρη απώλεια» της οικονομικής κρίσης που έπληξε τη χώρα μας κατά την τελευταία δεκαετία, η οποία ανάγκασε πολλούς επαγγελματίες του τουρισμού να υποδεχθούν «με ανοιχτές αγκάλες» τους βαλκάνιους τουρίστες χαμηλής ποιότητας, λόγω της οικονομικής δυσχέρειας των Ελλήνων τουριστών ή της μειωμένης προσέλευσης τουριστών από δυτικές χώρες. Η οικονομική κρίση όμως σταδιακά αρχίζει να αποτελεί παρελθόν και καλό θα ήταν να αποτελέσουν παρελθόν και οι «παράπλευρες απώλειες» που αυτή προκάλεσε στον τουρισμό της χώρας.
Ας δούμε καταρχήν ορισμένα χαρακτηριστικά του βαλκανικού τουρισμού χαμηλής ποιότητας, για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος:
α. Διαμονή. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι βαλκάνιοι τουρίστες διαμένουν σε καταλύματα που τους παρέχουν ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, της τάξεως των 20 – 30 ευρώ για ένα δίκλινο. Αυτό συμβαίνει, είτε διότι τα πρακτορεία των βαλκανικών χωρών συμφωνούν αυτές τις τιμές με τους Έλληνες ιδιοκτήτες των καταλυμάτων και τις προσφέρουν στους πελάτες τους, είτε διότι οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες προσφέρουν τις τιμές αυτές απευθείας στους βαλκάνιους τουρίστες. Στην πρώτη περίπτωση, ο ιδιοκτήτης του τουριστικού καταλύματος αποδέχεται τη χαμηλή τιμή, έναντι της διασφάλισης της πληρότητας του καταλύματός του για όλη την τουριστική σεζόν. Στη δεύτερη περίπτωση προσφέρει ο ίδιος χαμηλές τιμές στους βαλκάνιους τουρίστες, αναγνωρίζοντας ότι έχουν χαμηλότερες οικονομικές δυνατότητες από ότι οι Έλληνες τουρίστες. Μάλιστα, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, ιδιοκτήτης καταλυμάτων να προσφέρει τα δωμάτια του σε βαλκάνιους τουρίστες σε τιμές 20 – 30 ευρώ και την ίδια ακριβώς περίοδο να ζητά από τους Έλληνες τουρίστες τα διπλάσια ή και τα τριπλάσια. Το συγκεκριμένο φαινόμενο μάλιστα το έχω επιβεβαιώσει και προσωπικά σε αρκετές περιπτώσεις, τόσο στη Χαλκιδική, όσο και στο Ιόνιο.
β. Μετακινήσεις. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι βαλκάνιοι τουρίστες έρχονται στην Ελλάδα οδικώς, είτε με λεωφορεία βαλκανικών τουριστικών πρακτορείων, είτε συνήθως με τα αυτοκίνητά τους. Και στις δύο περιπτώσεις, τα λεωφορεία και τα αυτοκίνητα «φουλάρουν» με φθηνή βενζίνη λίγο πριν από τα ελληνικά σύνορα και οι οδηγοί τους σπανίως βάζουν (ακριβή) βενζίνη στην Ελλάδα καθ’ όλη τη διάρκεια των διακοπών τους, ειδικά εάν ο προορισμός τους είναι κοντινός (Πιερία, Χαλκιδική, Καβάλα κλπ.). Επίσης, στη μεγάλη πλειοψηφία τους πληρώνουν ελάχιστα διόδια (κυρίως στα σύνορα Ελλάδας – Σκοπίων και Ελλάδας – Βουλγαρίας) και χρησιμοποιούν απολύτως δωρεάν το υπόλοιπο -μη εθνικό- οδικό δίκτυο της χώρας, το οποίο επιβαρύνουν χωρίς την πληρωμή τελών κυκλοφορίας, τα οποία καταβάλλουν για το σκοπό αυτό οι Έλληνες πολίτες.
γ. Διατροφή. Εδώ εντοπίζεται ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία, οι βαλκάνιοι τουρίστες φορτώνουν κυριολεκτικά τα αυτοκίνητά τους με τρόφιμα, ποτά, αναψυκτικά, ακόμη και με εμφιαλωμένα νερά από τις χώρες τους και δεν καταναλώνουν απολύτως τίποτα κατά την παραμονή τους στην Ελλάδα. Και σε περίπτωση που τελικά «ξεμείνουν» από τρόφιμα, είτε ψωνίζουν από σούπερ μάρκετ και μαγειρεύουν στα δωμάτια τους, είτε προσφεύγουν σε κάποιο «γυράδικο».
Όλα τα παραπάνω δεν θα είχαν ιδιαίτερη σημασία, εάν το φαινόμενο ήταν περιορισμένης εκτάσεως. Πράγματι, καθένας δικαιούται να προσπαθεί για το καλύτερο με τα μέσα που διαθέτει, ακόμα και για τις διακοπές του. Όταν όμως το φαινόμενο αυτό λαμβάνει μαζικό χαρακτήρα, τότε η χώρα μας, οι αρμόδιες Αρχές και οι επαγγελματίες του τουρισμού, θα πρέπει να σταθμίσουν τα υπέρ και τα κατά και να θέσουν κάποια όρια. Δεν είναι δυνατόν να αποδεχόμαστε ένα φαινόμενο μαζικού τουρισμού, το οποίο κατακλύζει τις τουριστικές περιοχές ειδικά της Βόρειας Ελλάδας και δεν αφήνει σχεδόν τίποτα σε αυτές, παρά μόνο σκουπίδια. Πράγματι, αρκεί να πάει κάποιος σε μια δημοφιλή παραλία της Χαλκιδικής, για να αντιληφθεί την περιβαλλοντική επιβάρυνση και την εν γένει υποβάθμιση που προκαλείται στην περιοχή. Μαζική προσέλευση στις παραλίες, έως και δεκαπλάσια αυτής που υπήρχε στις ίδιες παραλίες πριν από μία δεκαετία, μαζική κατανάλωση φαγητών, ποτών, αναψυκτικών, τσιγάρων κλπ. όλη την ημέρα και εναπόθεση των απορριμμάτων (πλαστικών, κουτιών αλουμινίου, μπουκαλιών, αποτσίγαρων κλπ.) στην ακτή ή και στη θάλασσα. Για να μην αναφερθώ και στην περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλείται εξαιτίας των αντηλιακών και των ανθρώπινων αποβλήτων.
Κάποια στιγμή λοιπόν θα πρέπει να τεθούν ορισμένα όρια σε αυτό το φαινόμενο, το οποίο έχει ήδη ξεπεράσει το βαθμό «συναγερμού» και υποβαθμίζει συστηματικά το τουριστικό προϊόν της χώρας μας. Δεν είναι λίγοι οι Έλληνες τουρίστες ή οι τουρίστες δυτικών χωρών, οι οποίοι αναζητούν άλλους τουριστικούς προορισμούς, εντός ή εκτός Ελλάδας, διότι δεν μπορούν να ανεχτούν την υπάρχουσα σήμερα κατάσταση σε πολλές τουριστικές περιοχές της χώρας, όπως η Βόρεια Ελλάδα και το Ιόνιο. Θα πρέπει λοιπόν να ληφθούν άμεσα μέτρα και μάλιστα δραστικά, πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη. Ας ακολουθήσουμε το παράδειγμα άλλων τουριστικών χωρών, όπως λ.χ. η Ταϊλάνδη, η οποία δεν δίστασε να κλείσει εντελώς για τους τουρίστες μέχρι το 2021, τη δημοφιλέστερη παραλία της χώρας, τη Maya bay στα νησιά Phi Phi, προκειμένου να επανέλθει το οικοσύστημα, το οποίο είχε υποστεί σημαντική επιβάρυνση από τις ορδές των τουριστών που κατέφθαναν κάθε μέρα σε αυτή, μετά την προβολή της ταινίας «The Beach», με το διάσημο ηθοποιό Leonardo DiCaprio, η οποία γυρίστηκε στην εν λόγω παραλία. Αντίστοιχη απόφαση λήφθηκε και για το διάσημο νησί Boracay, που αποτελεί τον πιο τουριστικό προορισμό των Φιλιππίνων και έχει ψηφιστεί ως το ωραιότερο νησί του κόσμου.
Ο τρόπος αντιμετώπισης του φαινομένου θα πρέπει να αποτελέσει προϊόν σχετικών διαβουλεύσεων ανάμεσα στο Υπουργείο Τουρισμού, τις τοπικές Αρχές και τους εμπλεκόμενους επαγγελματίες του τουρισμού. Παρακάτω προτείνονται ορισμένα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν, τα οποία προέρχονται από προσωπική εμπειρία σε άλλες χώρες που αντιμετώπισαν παρόμοια φαινόμενα ή που απλώς σέβονται και προστατεύουν το τουριστικό τους προϊόν.
Πηγή: voria.gr