Έξι φορές ειχα έρθει ως τουρίστας στην Αθήνα, προτού μετοικήσω. Διαμονή για τρεις ημέρες σε κάποιο ξενοδοχείο ή σε κάποιο διαμέρισμα βραχυχρόνιας μίσθωσης (δυστυχώς τότε, δεν είχα αντιληφθεί τις επιπτώσεις της εξάπλωσής τους στον χαρακτήρα των γειτονιών), επίσκεψη στην Ακρόπολη ή σε κάποιον αρχαιολογικό χώρο, μπέρδεμα με τις ταμπέλες και τις κατευθύνσεις του μετρό, φαγητό μόνο σε μαγαζιά που είχαμε δει στην τηλεόραση ή που είχαμε διαβάσει σε λίστες με τα καλύτερα στριτφουντάδικα και δυσκολία προσανατολισμού στους δρόμους, καθότι, συνηθισμένος από τη Θεσσαλονίκη, αν δεν οδηγούν όλοι οι δρόμοι στη θάλασσα, προκαλείται ένα έντονο φτερούγισμα στην καρδιά.
Για τους τουρίστες από το εξωτερικό, αυτά τα βιώματα δεν σημαίνουν τίποτα. Δεν καταλαβαίνουν από τοπικισμούς, συγκρίσεις και στεγαστικές κρίσεις. Αρκεί να υπάρχει σήμα για data μέσα στον συρμό του μετρό από το αεροδρόμιο, για να δείχνει ανά πάσα στιγμή τους χάρτες της Google, μην και χάσουν τη στάση με το δυσκολοπρόφερτο για εκείνους όνομα. Αρκεί να έχουν αντηλιακό για τον ήλιο και το διαβατήριο στην τσέπη τους.
Ξεμυτίζουν κοντά στις δέκα και μισή το πρωί σε διάφορα σημεία του κέντρου. Βγαίνουν από τον σταθμό του Συντάγματος και ελκύονται από τους κουλουράδες της πλατείας. Περπατούν στο Μοναστηράκι, φωτογραφίζουν το τζαμί και την Ακρόπολη και χάνονται στα στενά της Πλάκας. Ψάχνουν μπραντσάδικα στο Παγκράτι και στο Κουκάκι και δοκιμάζουν για πρώτη φορά φρέντο εσπρέσο. Αποβιβάζονται από τα πούλμαν που σταματούν στις λεωφορειολωρίδες έξω από το Καλλιμάρμαρο ή περιμένουν τα τουριστικά, διώροφα λεωφορεία κάτω από τα σκέπαστρα των περιπτέρων, φορώντας καπέλα και κρατώντας βεντάλιες ή ομπρέλες.
Ένα ζεύγος Βρετανών που συναντάμε σε ένα σκιερό σημείο της πλατείας Συντάγματος, διασκεδάζουν με τη δυσφορία που τους προκαλούν οι υψηλές θερμοκρασίες. «Δεν παλεύεται, δεν ξέρουμε πώς θα τα καταφέρουμε», λένε και γελούν κάπως κρύα. Δύο αδερφές από τον Καναδά βγαίνουν έξω από το μετρό του Συντάγματος και φωτογραφίζουν μανιωδώς το σταντ με τα κουλούρια. «Σήμερα το πρωί φτάσαμε στην Αθήνα, είναι το πρώτο πράγμα που βλέπουμε». Στήνονται αμέσως στην ουρά και διαλέγουν ντόνατς.
«Free tours in Spanish?» ρωτάει ένας άνδρας όσους και όσες κάθονται στα παγκάκια της πλατείας. Σε λίγη ώρα θα ξεκινούσε μια σύντομη ξενάγηση στο Ιστορικό Κέντρο. «Ξεναγήσεις δεν κάνω πια μόνο το καλοκαίρι, αλλά και τον χειμώνα. Η Αθήνα έγινε προορισμός για όλο τον χρόνο. Βέβαια, κάνουν μια στάση για μια-δυο μέρες, ίσα για να δουν την Ακρόπολη, τα αρχαία, και ύστερα φεύγουν για τα νησιά. Δεν κάθονται παραπάνω», παρατηρεί ο ισπανόφωνος ξεναγός.
Αυτό συμπεραίνουμε και από όσους και όσες μιλήσαμε σε διάφορα τουριστικά σημεία, όπως στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου και μπροστά από το Καλλιμάρμαρο Στάδιο, σημείο εκκίνησης της προπόνησης της Κέιλα από το Κάνσας. Σε αντίθεση με τους συμπατριώτες της, που πληρώνουν γυμναστήριο ακόμη και για μία μέρα, θεωρεί πως γίνεται μέρος της πόλης κάνοντας τζόγκινγκ στον κήπο του Ζαππείου. «Είναι η τρίτη φορά που έρχομαι στην Αθήνα, τη χρησιμοποιώ ως hub για εξορμήσεις στα νησιά». Ένα ζευγάρι από την Ουγγαρία θα διανυκτερεύσει στην Αθήνα πριν αναχωρήσει για τη Πάρο, μια παρέα Τούρκων θα πάρει το αεροπλάνο για Χίο και από εκεί το πλοίο για Σμύρνη, ενώ μια οικογένεια Αμερικανών έχει κλείσει εισιτήρια με το φέρι για την Τήνο.
Οι περισσότεροι επισκέπτες που συναντάμε (και οι πιο πρόθυμοι να απαντήσουν στις ερωτήσεις μας) είναι από τις ΗΠΑ. Κάποιοι είναι επιβάτες ενός κρουαζιερόπλοιου που έδεσε στο λιμάνι του Πειραιά για το υπόλοιπο της μέρας και μέχρι στιγμής έχουν επισκεφτεί την Ακρόπολη. Για την ώρα, τους πετυχαίνουμε ξανά και ξανά να περιπλανιούνται στα γραφικά στενά της Πλάκας, ψάχνοντας να βρουν κάτι να τσιμπήσουν στα εστιατόρια ή στα παγωτατζίδικα της περιοχής, οι τιμές των οποίων τους φαίνονται χαμηλές.
«Συγκρίνοντάς το με το Σιάτλ, μας εκπλήσσει που βλέπουμε πως εδώ τα κόστη δεν είναι τόσο υψηλά. Ήμουν λίγο καχύποπτη όταν έβρισκα χαμηλές τιμές σε εισιτήρια μεταφορών και μουσείων. Γι’ αυτό έπαιρνα τον “επίσημο” δρόμο και παρατηρούσα πως οι τιμές είναι σχεδόν οι ίδιες», λέει η Τέρι, η οποία θα αναχωρήσει την επομένη για τη Νάξο μαζί με τα παιδιά της. Η κόρη της, Άλεξ, στέκεται στα γκράφιτι και στις ταγκιές που υπάρχουν στους δρόμους. «Κάποια είναι άσχημα, αλλά στα μάτια μου δεν αλλάζουν την εικόνα που έχω για την πόλη. Απλώς είναι μια διαφορετική προσέγγιση για το πώς αντιλαμβάνεται κανείς το αληθινό και το μοντέρνο», σχολιάζει. Ο Τόμας, ο μικρότερος, φοράει ένα αμάνικο μπλουζάκι με το εθνόσημο που γράφει το όνομα του Αντετοκούνμπο. «Βλέπεις μπάσκετ;» τον ρωτάω. «Δεν χρειάζεται να βλέπεις μπάσκετ για να ξέρεις τον Giannis».
Στο ακριβώς απέναντι παγκάκι κάθονται η Ολίβια, ο Σαμ και η Ελένα, τελειόφοιτοι λυκείου σε μια πόλη της κοιλάδας του Σακραμέντο, οι οποίοι έχουν έρθει στο πλαίσιο μιας εκπαιδευτικής εκδρομής που αφορά τον ρωμαϊκό και τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Το δεκαήμερο ταξίδι τους ξεκίνησε από τη Ρώμη και σήμερα συμπληρώνουν δύο μέρες στην Αθήνα. Η ζέστη δεν φαίνεται να τους ενοχλεί, καθότι συνηθισμένοι στις υψηλές θερμοκρασίες στην κοιλάδα της Καλιφόρνια, αλλά και οι τρεις τους παρατήρησαν πως στην Πλάκα «σαν να μη μας καταλαβαίνουν όταν μιλάμε (στα μαγαζιά), σαν να μη θέλουν να μιλήσουν στα αγγλικά», σχολιάζει ο Σαμ. Παρόμοιες εμπειρίες είχαν και ο Ρον με την Ντενίζ από τη Νότια Καρολίνα στις παράκτιες περιοχές της Αττικής, όπως στη Νέα Μάκρη. «Μας κοιτούσαν περίεργα όταν μπαίναμε στο σούπερ μάρκετ. Νιώθαμε λίγο ότι δεν μας ήθελαν». Σήμερα βρίσκονται στην Αθήνα, γιατί έχασαν την πτήση τους λόγω ακύρωσης. «Συμβαίνουν αυτά. Τουλάχιστον έχουμε γνωρίσει καλούς ανθρώπους στην Αθήνα. Παράπονο δεν έχουμε».
Πηγή: kathimerini.gr